Τρεις φωτογραφίες, τρεις τίτλοι, και τρεις παράλληλες ιστορίες
Λαχανοντολμάδες αυγολέμονο!
ΜΜΜΜμμμμ! Ένιωσε να του γαργαλούν τη μύτη γνωστές αγαπημένες μυρουδιές! Κοίταξε δεξιά και αριστερά αλλά δεν είδε τίποτε. Μόλις έστριψε στη γωνία οι μυρωδιές έγιναν πιο έντονες. Στα εκατό μέτρα πιο κάτω συνάντησε ένα μικρό συνοικιακό μαγειρείο. Μεσημέρι ήταν, πεινούσε, φαγητό δεν υπήρχε στο σπίτι, αφού χθες το βράδυ δεν πρόλαβε να μαγειρέψει, άνοιξε την πόρτα και μπήκε μέσα. Κάθισε σε ένα τραπέζι- το μόνο που βρήκε ελεύθερο, αφού ήταν όλα γεμάτα με μεσόκοπους εργένηδες- και φώναξε αμέσως το γκαρσόνι να παραγγείλει μια μερίδα λαχανοντολμάδες αυγολέμονο. Δεν χρειάστηκε να δει πρώτα τον κατάλογο - η μύτη του δεν λάθευε ποτέ!
Λαχανοντολμάδες αυγολέμονο - η αγαπημένη συνταγή της μανούλας του. Η Γεωργία, όσο και αν είχε προσπαθήσει, δεν την πέτυχε ποτέ! Έχυνε το αυγολέμονο μέσα στην κατσαρόλα ενώ ακόμα αυτή ήταν στη φωτιά και το αυγολέμονο, όπως ήταν επόμενο, έκοβε. Της είχε πει εκατό φορές να το σβήνει το ρημάδι το μάτι πρώτα και να παίρνει την κατσαρόλα από την φωτιά, πριν να ρίξει μέσα το ζουμί! Εκείνη τίποτα –χαμπάρι! Της το είπε μία, της το είπε δύο, την τρίτη που ήταν και ημέρα Τρίτη την έδιωξε! Η κοπέλα έπαθε σοκ-δεν περίμενε κάτι τέτοιο. Έριξε την κατσαρόλα στο πάτωμα- ευτυχώς που δεν την έριξε στο κεφάλι του- πήρε την οδοντόβουρτσά της και την έκανε! Ένα μόνο ραγισμένο πλακάκι από την κατσαρόλα έμεινε να του θυμίζει αυτό το συμβάν. Έκτοτε ξεκίνησε να μαγειρεύει εκείνος και διαπίστωσε ότι τα κατάφερνε πολύ καλύτερα από τις εκάστοτε φίλες του. Οι περισσότερες δεν ήξεραν ούτε ένα αυγό να βράσουν! Άλλες τις απασχολούσε η δουλειά και η καριέρα τους και ξημεροβραδιάζονταν μπροστά στο λαπτοπ και άλλες τα μαλλιά τους και την έβγαζαν στα κομμωτήρια και στα ινστιτούτα αισθητικής. Όλες όμως είχαν ένα κοινό σημείο- ήθελαν να γίνουν μάνες και ήθελαν να είναι εκείνος ο πατέρας των παιδιών τους. Δικαιολογημένα βέβαια, αφού ήταν ένας αντικειμενικά ωραίος άντρας, καλλιεργημένος, με ευχάριστους τρόπους και προ πάντων με δικό του σπίτι και καλή δουλειά. Τι και αν ο πατέρας του –που φοβόταν ότι δεν επρόκειτο να αποκτήσει ποτέ εγγονάκια - τον έλεγε ιδιόρρυθμο; Δεν μπορούσε να μη σκεφτεί κάθε φορά: «Που πας κυρά μου να ανοίξεις σπίτι και να κάνεις οικογένεια χωρίς να ξέρεις να τυλίγεις τους ντολμάδες με το ζεματισμένο λάχανο και να φτιάχνεις ένα αυγολέμονο της προκοπής;»
Σιγά τα λάχανα!
΄Άνοιξε το τρίτο συρτάρι δεξιά δίπλα από το ψυγείο και κάτω από κάτι διαφημιστικά φυλλάδια από πιτσαρίες και ψησταριές βρήκε το βιβλίο μαγειρικής που έψαχνε. Ο μικρός γιος της είχε γενέθλια το Σάββατο και έπρεπε να φτιάξει αρκετά πράγματα που να αρέσουν στα παιδάκια. Κεφτεδάκια , λουκάνικα και τυροπιτάκια έφτιαχνε συχνά και ήταν εύκολες συνταγές. Ο μικρός όμως είχε ζητήσει και παστίτσιο και είχε πάντα ένα θεματάκι με την μπεσαμέλ. Έπρεπε να βάζει ακριβώς τις αναλογίες από βούτυρο και αλεύρι που έγραφε το βιβλίο, γιατί διαφορετικά δεν έδενε η σάλτσα. Καμιά φορά, ακόμα και αν έβαζε τις σωστές αναλογίες, πάλι μπορεί να μην πετύχαινε το φαγητό. Δεν την ένοιαζε όμως! Το έτρωγαν όλοι αδιαμαρτύρητα- τα παιδιά, ο Θανάσης ακόμα και ο πεθερός της. Πεθερά δεν είχε, γιατί η κακομοίρα πέθανε αμέσως μόλις γέννησε τον Θανάση. Άφησε μεν τον Θανάση ορφανό από τη μια αλλά και χωρίς μέτρο σύγκρισης από την άλλη. Δεν είχε ποτέ ακούσει από το στοματάκι του την φράση « ξέρεις… η μανούλα μου αυτό το έκανε καλύτερα, αυτό το έκανε έτσι ή αυτό το έκανε αλλιώς». Έτρωγε τα πάντα αδιαμαρτύρητα. Ούτε όταν αργούσε να γυρίσει από το γραφείο και αγόραζε φαγητό απέξω διαμαρτυρόταν.
Χρυσό παιδί ο Θανάσης. Την πρώτη φορά που έφτιαξε παστίτσιο, δεν της πέτυχε η μπεσαμέλ και από τα νεύρα της, γλίστρησε η κατσαρόλα από τα χέρια της και έπεσε με δύναμη στο πάτωμα, ραγίζοντας ένα πλακάκι. Ο Θανάσης την πήρε αγκαλιά και την παρηγορούσε. Την αγαπούσε πραγματικά και δεν ήταν καθόλου εγωιστής. Εκτιμούσε πάντα την προσπάθεια ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα. Άθελα της θυμήθηκε ένα ραγισμένο πλακάκι σε μια άλλη κουζίνα και ένα κομμένο αυγολέμονο που έγινε αιτία χωρισμού. Σιγά τα λάχανα σκέφτηκε! Τι και αν δεν έμαθε ποτέ να φτιάχνει λαχανοντολμάδες; Εκείνη είχε τώρα τον Θανάση και τα παιδιά της και εκείνος έψαχνε ακόμα σε όλη τη χώρα να βρει τη σταχτοπούτα του, κρατώντας αντί για το γυάλινο γοβάκι την συνταγή με τους ντολμάδες!
Τα κάναμε σαλάτα!
Κοίταξε τους λαχανοντολμάδες μέσα στο πιάτο του- φαίνονταν λαχταριστοί αλλά δεν είχε όρεξη να τους φάει. Ίσως και να μην έπρεπε κιόλας. Είχε περάσει τα εβδομήντα εδώ και κάτι χρόνια και εξετάσεις για χοληστερίνη δεν είχε πάει να κάνει ποτέ. Η γυναίκα του, του έλεγε κοροϊδευτικά και τον πίκραινε : «Την ημέρα που θα παντρευτεί και ο γιος σου θα πας και εσύ να κάνεις εξετάσεις για χοληστερίνη». Θεωρούσε η δύστυχη και τα δύο εξίσου απίθανα να συμβούν. Η αλήθεια ήταν ότι του άρεσε το καλό φαγητό και ..το αρνάκι- στη γάστρα, στη λαδόκολλα, στην κατσαρόλα φρικασέ- με όποιον τρόπο και αν το μαγείρευε η γυναίκα του, το έφτιαχνε πάντα πεντανόστιμο! «Αν πάθω χοληστερίνη, εσύ θα φταις» την πείραζε. Και εκείνη του απαντούσε πάντα: «Ξέρω, ξέρω και ο γιος σου τα ίδια λέει όταν τον ρωτώ γιατί δεν παντρεύεται».
Προχθές έπεσε πάνω στη Γεωργία στο σουπερμάρκετ. Κρατούσε ένα αγοράκι από το χέρι και ένα άλλο πιο μικρό το είχε χώσει στην ειδική θέση στο καροτσάκι. Τα παιδιά αυτά θα μπορούσαν να ήταν τα εγγονάκια του αλλά ο γιος του το έπαιζε δύσκολος και το πουλάκι πέταξε ή μάλλον αυτός το έδιωξε. Καλή κοπέλα η Γεωργία. Είχε δύο διαμερίσματα στη Νέα Σμύρνη και καλή δουλειά. Δούλευε βέβαια πολλές ώρες και δεν προλάβαινε να ασχοληθεί με το νοικοκυριό και το μαγείρεμα. Μπορεί και να μην της άρεσαν οι δουλειές του σπιτιού αλλά στη σημερινή εποχή ποιος το λογαριάζει πια αυτό; Τι και αν είχε πάρει ο κανακάρης τους δυο κιλά επιπλέον στα δύο χρόνια που συζούσαν από τις έτοιμες πίτσες! Δηλαδή, αν τα έπαιρνε από το σπιτικό αρνάκι, τι διαφορά θα είχε; Μια μέρα τους κάλεσε σπίτι γιατί είχε λέει να τους πει κάτι. «Επιτέλους το πήρε απόφαση», σκέφτηκαν, έβαλαν τα καλά τους πήραν και ένα ωραίο δώρο για τη μέλλουσα νύφη τους, αλλά όταν έφθασαν, έμαθαν τα δυσάρεστα νέα του χωρισμού. Η γυναίκα του το πήρε μάλλον ψύχραιμα αλλά αυτός, όταν άκουσε και τα περί των λαχανοντολμάδων, έγινε έξαλλος. «Μικρή είναι ακόμα βρε παιδί μου – κάποτε θα μάθει - αλλά ακόμα και αν δεν μάθει ποτέ να φτιάχνει ντολμάδες εσύ τι ζόρι τραβάς;», του είπε. «Μπαμπά δεν με αγαπάει αρκετά» του απάντησε εκείνος, «αν με αγαπούσε πραγματικά θα καταλάβαινε ότι κάποια πράγματα έχουν σημασία για μένα-η προσοχή στη λεπτομέρεια κάνει τη διαφορά». Πολλές φορές από τότε αναρωτήθηκε τι λάθος είχαν κάνει μαζί του. Μπορούσε να σκεφτεί κάποια πράγματα αλλά τι νόημα είχε πια;
«Γυναίκα, πάρε τους ντολμάδες από μπροστά μου και σε παρακαλώ μην τους ξαναφτιάξεις ποτέ. Μόνο σαλάτα, γιατί…. τα κάναμε σαλάτα»!
1 σχόλιο:
Αισθάνομαι πολύ μικρός για να απορρίψω κείμενο δικό σου.
Εισαι πολυ μεγάλη!
Σκόπιμα σου έβγαλα αυτή τη φωτό για να σε προβληματίσω,
και να δούμε αν μπορείς να γράψεις για κάτι, φαινομενικά "κουλό",
κι εσύ ΕΓΡΑΨΕΣ πάλι!
Είμαι πολύ ενθουσιασμένος με όλο αυτο που γίνεται!
Αν όμως έπρεπε να κάνω ένα σκληρό σχόλιο θα έλεγα ότι
θα ήθελα να δω τη γραφή σου λίγο πιο ποιητική.Πιο πλαστική.
Τι λες γι'αυτό?
Δημοσίευση σχολίου